Feno στα ελληνικά

Μετάφραση: feno, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακυβεύω, κίνδυνος, αποτολμώ, σανός, σανό, σανού, άχυρο, χόρτου
Feno στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fenda στα ελληνικά - θραύση, αθετώ, οπή, σπάζω, ρήγμα, παραβιάζω, θλάση, ...
  • fender στα ελληνικά - διχάζω, ιδιαίτερος, ξεχωριστός, χωριστός, σχίζω, διαιρώ, μοιράζω, ...
  • feriado στα ελληνικά - διακοπές, αργία, δημόσια αργία, επίσημη αργία, δημόσιας αργίας
  • ferida στα ελληνικά - τραύμα, μελάνι, πονώ, πληγώνω, τραυματίζω, λαβώνω, βλάβη, ...
Τυχαίες λέξεις
Feno στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακυβεύω, κίνδυνος, αποτολμώ, σανός, σανό, σανού, άχυρο, χόρτου