Fonte στα ελληνικά

Μετάφραση: fonte, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παροχή, αναπηδώ, βοήθεια, τέσσερα, τέσσερις, νότος, υποστήριγμα, συμπαράσταση, στήριγμα, έναρξη, άνοιξη, χορήγηση, εκτινάσσομαι, πηγή, προμήθεια, παρέχω, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές
Fonte στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fome στα ελληνικά - λιμός, πεινασμένος, έλλειψη, πείνα, πείνας, την πείνα, της πείνας, ...
  • fomentar στα ελληνικά - υποκινώ, προώθηση, την προώθηση της, την προώθηση, προωθούν, προωθήσουν
  • fontes στα ελληνικά - πηγή, βρύση, πηγές, πηγών, τις πηγές, των πηγών
  • fonético στα ελληνικά - φωνητικός, φωνητική, φωνητικό, φωνητικής, φωνητικές, φωνητικών
Τυχαίες λέξεις
Fonte στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παροχή, αναπηδώ, βοήθεια, τέσσερα, τέσσερις, νότος, υποστήριγμα, συμπαράσταση, στήριγμα, έναρξη, άνοιξη, χορήγηση, εκτινάσσομαι, πηγή, προμήθεια, παρέχω, πηγής, κώδικα, προέλευσης, πηγές