Gasolina στα ελληνικά
Μετάφραση: gasolina, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βενζίνη, πύλη, θύρα, αυλόπορτα, αέριο, βενζίνης, της βενζίνης, τη βενζίνη, η βενζίνη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- garra στα ελληνικά - αρπάζω, δαγκάνα, νύχι, νυχιών, σιαγόνας, νυχιού
- garrafa στα ελληνικά - μπουκάλι, εμφιαλώνω, φιάλη, φιάλης, φιαλών, φιαλίδιο
- gastar στα ελληνικά - ξοδεύω, καταναλώνω, μειώνομαι, ρανίδα, σταγόνα, δαπανούν, ξοδεύουν, ...
- gastos στα ελληνικά - έξοδα, δαπανών, δαπάνες, των δαπανών, δαπάνη, οι δαπάνες
Τυχαίες λέξεις
Gasolina στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βενζίνη, πύλη, θύρα, αυλόπορτα, αέριο, βενζίνης, της βενζίνης, τη βενζίνη, η βενζίνη
Μεταφράσεις: βενζίνη, πύλη, θύρα, αυλόπορτα, αέριο, βενζίνης, της βενζίνης, τη βενζίνη, η βενζίνη