Βενζίνη στα πορτογαλικά

Μετάφραση: βενζίνη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gás, alho, petrificar, gasolina, benzina, a gasolina, de gasolina, da gasolina, gasolina de
Βενζίνη στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βενζίνη

βενζίνη στη βουλγαρία, βενζίνη super lrp, βενζίνη ονειροκρίτης, βενζίνη super, βενζίνη τιμή, βενζίνη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, βενζίνη στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • βελτιώνω στα πορτογαλικά - refinar, realçar, apurar, referência, gravar, melhorar, grave, ...
  • βελόνα στα πορτογαλικά - precisar, agulha, alfinete, necessidade, necessitar, da agulha, agulhas, ...
  • βεντάλια στα πορτογαλικά - abanar, ventilador, famoso, ventoinha, fã, ventilador de, fan
  • βεντούζα στα πορτογαλικά - sangria, Cupping, escavação, ventosas, ventosa
Τυχαίες λέξεις
Βενζίνη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: gás, alho, petrificar, gasolina, benzina, a gasolina, de gasolina, da gasolina, gasolina de