Gesso στα ελληνικά
Μετάφραση: gesso, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γύψος, λευκοπλάστης, σοβάς, γύψο, σοβά, γύψου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gerência στα ελληνικά - κατεύθυνση, διευθυντής, διοίκηση, management
- gerências στα ελληνικά - διοίκηση, διευθύνω, αντεπεξέρχομαι, καταφέρνω, διοικήσεις, διαχειρίσεων, διευθύνσεις, ...
- gesticular στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, χειρονομία, κίνηση, χειρονομίας, χειρονομία που
- gesto στα ελληνικά - γνέφω, παίρνω, αποκτώ, χειρονομώ, χειρονομία, κίνηση, χειρονομίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Gesso στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γύψος, λευκοπλάστης, σοβάς, γύψο, σοβά, γύψου
Μεταφράσεις: γύψος, λευκοπλάστης, σοβάς, γύψο, σοβά, γύψου