Γύψος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: γύψος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gesso, plantação, emplastro, gipsita, de gesso, gypsum, o gesso
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γύψος
γύψος καλούπι, γύψος και τέχνη, γύψος χημικός τύπος, γύψος παρισιού, γύψος knauf, γύψος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, γύψος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- γύρος στα πορτογαλικά - cru, lanterna, circular, regaço, toque, circuito, áspero, ...
- γύρω στα πορτογαλικά - aproximadamente, em torno de, em torno, ao redor, torno, redor
- δάγκωμα στα πορτογαλικά - morder, rilhar, mordida, mordem, mordê, morda
- δάκρυ στα πορτογαλικά - equipe, dilacerar, romper, lágrima, rasgar, rasgo, rasgá, ...
Τυχαίες λέξεις
Γύψος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: gesso, plantação, emplastro, gipsita, de gesso, gypsum, o gesso
Μεταφράσεις: gesso, plantação, emplastro, gipsita, de gesso, gypsum, o gesso