Grande στα ελληνικά
Μετάφραση: grande, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαιρετικός, σπουδαίος, μεγάλος, απίθανος, κορυδαλλός, λαμπρός, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, μεγάλες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- grampo στα ελληνικά - συνδετήρας, πρωταγωνιστής, ψαλιδίζω, αστέρι, κύριος, αγκύλη, κουρεύω, ...
- gramática στα ελληνικά - μεγάλος, σπουδαίος, λαμπρός, γραμματική, γραμματικής, τη γραμματική, της γραμματικής, ...
- grandeza στα ελληνικά - διάσταση, αναλογία, μεγαλείο, το μεγαλείο, μεγαλείου, μεγαλοσύνη
Τυχαίες λέξεις
Grande στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαιρετικός, σπουδαίος, μεγάλος, απίθανος, κορυδαλλός, λαμπρός, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, μεγάλες
Μεταφράσεις: εξαιρετικός, σπουδαίος, μεγάλος, απίθανος, κορυδαλλός, λαμπρός, μεγάλη, μεγάλο, εξαιρετική, μεγάλες