Granjear στα ελληνικά

Μετάφραση: granjear, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκαλίζω, καλλιεργώ, κερδίζω, κερδίσουν, κερδίζουν, κερδίσετε, κερδίσει
Granjear στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • granizo στα ελληνικά - χαλάζι, τρίχα, μαλλιά, καταιγισμός, φωνάξει, χαιρετίζουν, το χαλάζι, ...
  • granja στα ελληνικά - εκτίμηση, αγρότης, σπίτι, ακίνητο, περιουσία, υπόληψη, αγρόκτημα, ...
  • gratidão στα ελληνικά - τύμβος, καίριος, ευγνωμοσύνη, τάφος, την ευγνωμοσύνη, ευγνωμοσύνης, ευχαριστίες, ...
  • gratificar στα ελληνικά - ικανοποιώ, ικανοποιήσουμε, δίνω χαρά, ικανοποιήσει τις, ευχαριστώ
Τυχαίες λέξεις
Granjear στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκαλίζω, καλλιεργώ, κερδίζω, κερδίσουν, κερδίζουν, κερδίσετε, κερδίσει