Homem στα ελληνικά

Μετάφραση: homem, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνθρωπος, τύπος, επανδρώνω, άνδρας, συνάδελφος, άντρας, άνθρωπο, άνδρα, ο άνθρωπος
Homem στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hoje στα ελληνικά - σήμερα, σημερινή, και σήμερα, σημερινής
  • holandês στα ελληνικά - καθήκον, βαθουλωμένος, δασμοί, υπόκωφος, κούφιος, κοίλος, Ολλανδός, ...
  • homenagem στα ελληνικά - ερωτοτροπώ, αυλή, δικαστήριο, φόρος, φόρο τιμής, αφιέρωμα, φόρος τιμής, ...
  • homicídio στα ελληνικά - σκοτώνω, φόνος, δολοφονία, φόνο, δολοφονίας, τη δολοφονία, δολοφονίες
Τυχαίες λέξεις
Homem στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνθρωπος, τύπος, επανδρώνω, άνδρας, συνάδελφος, άντρας, άνθρωπο, άνδρα, ο άνθρωπος