Άντρας στα πορτογαλικά
Μετάφραση: άντρας, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
camarada, rapaz, homem, finja, companheiro, menino, o homem, homem de, man, do homem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άντρας
άντρας κριός, άντρας αιγόκερως, άντρας σκορπιός, άντρας παρθένος, άντρας ζυγός, άντρας λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άντρας στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- άνοστος στα πορτογαλικά - insosso, fraco, insípido, indecisos, aguado
- άντληση στα πορτογαλικά - bombeamento, bombagem, de bombeamento, bombear, bombeamento de
- άντρο στα πορτογαλικά - caverna, furna, cavern, da caverna, caverna de, gruta
- άνω στα πορτογαλικά - superior, acima, acima de, de cima, anteriormente
Τυχαίες λέξεις
Άντρας στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: camarada, rapaz, homem, finja, companheiro, menino, o homem, homem de, man, do homem
Μεταφράσεις: camarada, rapaz, homem, finja, companheiro, menino, o homem, homem de, man, do homem