Indiferente στα ελληνικά
Μετάφραση: indiferente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άτομο, απαθής, ατομικός, αδιάφορος, αδιάφορη, αδιάφοροι, αδιάφορο, αδιαφορεί
Μεταφράσεις
- indicar στα ελληνικά - επισημαίνω, δείχνω, εμφαίνω, σήμα, στίγμα, αιχμή, νεύω, ...
- indicação στα ελληνικά - δήλωση, κατάσταση, ένδειξη, σταθμός, ένδειξης, ενδείξεις, αναφορά, ...
- indignar στα ελληνικά - εξαγριώνω, κατοικώ, αηδία, αηδιάζουν, αηδιάσει, σιχασιά
- indique στα ελληνικά - φανερώνω, δείχνω, εμφαίνω, ένδειξη, εισάγετε, πληκτρολογήστε, αρχίζει, ...
Τυχαίες λέξεις
Indiferente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άτομο, απαθής, ατομικός, αδιάφορος, αδιάφορη, αδιάφοροι, αδιάφορο, αδιαφορεί
Μεταφράσεις: άτομο, απαθής, ατομικός, αδιάφορος, αδιάφορη, αδιάφοροι, αδιάφορο, αδιαφορεί