Λέξη: καλά

Σχετικές λέξεις: καλά

καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς, καλά νερά, καλά κρυμμένα μυστικά αθανασία full movie, καλά νέα, καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς pdf, καλά φορέματα, καλά μαγειρέματα, καλά ξεμπερδέματα, καλά κούλουμα, καλά κρασιά, καλά χριστούγεννα, όλα καλά, είμαι καλά

Συνώνυμα: καλά

καλώς

Μεταφράσεις: καλά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
well, good, thoroughly
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pozo, bueno, bien, pues, así, y, también
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wohl, nun!, gut, aufsprudeln, tiefbett, gesund, quelle, aufspritzen, und, auch, ...
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
donc, bon, or, jaillir, bien, alors, suffisamment, joliment, convenablement, source, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sorgente, buono, pozzo, bravo, bello, bene, fontana, ben, e, così, ...
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
poço, soldador, poços, bem, bom, cisterna, assim, também, além
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
goed, bron, welnu, put, wel, en, ook, zowel, vormt
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пропечь, хорошо, отстойник, скважина, пролёт, родник, колодец, пропекать, водоем, вскипать, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bra, frisk, god, brønn, vel, godt, også, tillegg
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
brunn, bra, god, källa, väl, och, samt, också
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lähde, kaivo, hyvin, huomattavasti, paljon, hyvästi, tuntuvasti, terve, sekä, myös, ...
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vel, brønd, godt, og, såvel, samt
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dostatečně, tryskat, prýštit, dobře, šachta, náležitě, nuže, studna, úplně, slušně, ...
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dostatecznie, źródło, studzienka, bić, wir, tryskać, studnia, dobrze, również, oraz, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szerencsésen, jól, valamint, is, és, illetve
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
güzel, pınar, çeşme, iyi, kaynak, de, sıra, yanı, iyi olarak
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
небо, добре, гарно
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bunar, mirë, dhe, edhe, të mirë, gjithashtu
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кладенец, добре, и, както, също, така
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
колодзеж, добры, добра, хорошо
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pilv, hästi, ning, ka, ja, samuti
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jama, zdenac, vrela, dakle, zdrav, dobro, i, te, ali, pa
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
jæja, vel, frískur, heilsugóður, og, heilbrigður, og heilbrigður, einnig
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
bene
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gerai, šulinys, pat, ir, bei, taip
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aka, labi, arī, gan, krietni
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бунарот, добро, и, така
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bun, puţ, bine, și, si, precum, de bine
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
no, dobro, tudi, ter, in, naredil
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
no, dobre

Στατιστικά δημοτικότητας: καλά

Τυχαίες λέξεις