Inimigo στα ελληνικά

Μετάφραση: inimigo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιπολίτευση, αντίπαλος, αντίθεση, ενεργητικός, εχθρός, δραστήριος, εχθρό, εχθρού, του εχθρού, τον εχθρό
Inimigo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • inicial στα ελληνικά - μυώ, αρχικά, ξεκινώ, εγκαινιάζω, αρχικός, αρχική, αρχικό, ...
  • iniciar στα ελληνικά - εγκαινιάζω, αρχίζω, αρχή, αφέτης, ξεκίνημα, ορεκτικό, ξεκινώ, ...
  • ininterrupto στα ελληνικά - μόνιμος, διαρκείας, αδιάλειπτη, αδιάκοπη, απρόσκοπτη, χωρίς διακοπή, αδιάλειπτης
  • injectar στα ελληνικά - εισάγω, εμφυσώ, ένεση, την ένεση, έγχυση, ενέσετε, εισφέρει
Τυχαίες λέξεις
Inimigo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιπολίτευση, αντίπαλος, αντίθεση, ενεργητικός, εχθρός, δραστήριος, εχθρό, εχθρού, του εχθρού, τον εχθρό