Εχθρός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εχθρός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inimigo, resistir, sustentar, sofrer, inimigos, inimiga, adversário
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εχθρός
εχθρός του λαού θοκ, εχθρός λαός, εχθρός εν όψει, εχθρός μου, εχθρός προ των πυλών, εχθρός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εχθρός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εχεμύθεια στα πορτογαλικά - fé, confiança, a confiança, de confiança, confiança de, confiança dos
- εχθρικός στα πορτογαλικά - hostil, hostis, hostilidade, inimigo
- εχθρότητα στα πορτογαλικά - antagonismo, ataque, agressão, crise, hostilidade, a hostilidade, hostilidades, ...
- εύγευστος στα πορτογαλικά - saboroso, palatável, palatable, saborosa, palatáveis
Τυχαίες λέξεις
Εχθρός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inimigo, resistir, sustentar, sofrer, inimigos, inimiga, adversário
Μεταφράσεις: inimigo, resistir, sustentar, sofrer, inimigos, inimiga, adversário