Inquirir στα ελληνικά
Μετάφραση: inquirir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έρευνα, εξέταση, ερώτηση, ερωτώ, ανάκριση, ερευνώ, ενημερωθείτε, ρωτήσετε, ζητήσετε, ερευνήσει, διερευνά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inovação στα ελληνικά - εφεύρεση, καινοτομία, καινοτομίας, την καινοτομία, της καινοτομίας, η καινοτομία
- inquilino στα ελληνικά - κολίγας, νοικάρης, ένοικος, ενοικιαστής, μισθωτή, ενοικιαστή, μισθωτής
- inquérito στα ελληνικά - εξέταση, ερώτηση, ανάκριση, έρευνα, έρευνας, διερεύνηση, της έρευνας, ...
- insano στα ελληνικά - επιγράφω, λωλός, τρελούτσικος, κουζουλός, άρρωστος, θυμωμένος, χαράζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Inquirir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έρευνα, εξέταση, ερώτηση, ερωτώ, ανάκριση, ερευνώ, ενημερωθείτε, ρωτήσετε, ζητήσετε, ερευνήσει, διερευνά
Μεταφράσεις: έρευνα, εξέταση, ερώτηση, ερωτώ, ανάκριση, ερευνώ, ενημερωθείτε, ρωτήσετε, ζητήσετε, ερευνήσει, διερευνά