Internacional στα ελληνικά
Μετάφραση: internacional, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διεθνής, διεθνείς, διεθνή, διεθνούς, διεθνών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- intermediar στα ελληνικά - μεσαίος, ενδιάμεσος, συνέντευξη, ενδιάμεσο, ενδιάμεση, ενδιάμεσου, ενδιαμέσου
- intermitente στα ελληνικά - διαλείπων, διαλείπουσα, διακοπτόμενη, διαλείπουσας, διαλείπον
- internacionalizar στα ελληνικά - διεθνοποιήσουν, διεθνοποιήσει, να διεθνοποιήσουν, διεθνοποιηθούν, διεθνοποιήσουν τις
- internar στα ελληνικά - εσωτερικός, εσωτερικώς, κρατώ, Intern, οικότροφος, ασκούμενος, ασκούμενο
Τυχαίες λέξεις
Internacional στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διεθνής, διεθνείς, διεθνή, διεθνούς, διεθνών
Μεταφράσεις: διεθνής, διεθνείς, διεθνή, διεθνούς, διεθνών