Interno στα ελληνικά
Μετάφραση: interno, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέσα, εσωτερικώς, εσωτερικό, εσωτερικός, αθώος, διεθνής, εσωτερική, εσωτερικής, εσωτερικών, εσωτερικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- internacionalizar στα ελληνικά - διεθνοποιήσουν, διεθνοποιήσει, να διεθνοποιήσουν, διεθνοποιηθούν, διεθνοποιήσουν τις
- internar στα ελληνικά - εσωτερικός, εσωτερικώς, κρατώ, Intern, οικότροφος, ασκούμενος, ασκούμενο
- interpolar στα ελληνικά - παρεισάγω, παρεμβάλλει, παρεμβάλει, να παρεμβάλλει, παρεμβάλονται
- interpor στα ελληνικά - ερμηνεύω, μεσιλαβώ, παρεμβαίνω, παρενθέτω, παρεμβάλλω, διαμεσολαβήσει
Τυχαίες λέξεις
Interno στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέσα, εσωτερικώς, εσωτερικό, εσωτερικός, αθώος, διεθνής, εσωτερική, εσωτερικής, εσωτερικών, εσωτερικές
Μεταφράσεις: μέσα, εσωτερικώς, εσωτερικό, εσωτερικός, αθώος, διεθνής, εσωτερική, εσωτερικής, εσωτερικών, εσωτερικές