Εσωτερικό στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εσωτερικό, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
interno, interior, interiores, de interiores, interior do
Εσωτερικό στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εσωτερικό

εσωτερικό της γης, εσωτερικό σπιτιού με γυναίκα που καθαρίζει μήλα, εσωτερικό μάρκετινγκ, εσωτερικό νέφος του όορτ, εσωτερικό του m.maeterlinck, εσωτερικό λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εσωτερικό στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εσφαλμένος στα πορτογαλικά - errado, erróneo, defeito, errar, erro, incorreto, incorreta, ...
  • εσωκλείω στα πορτογαλικά - rodear, incluir, acercar, abranger, enclausurar, cercar, inclose, ...
  • εσωτερικός στα πορτογαλικά - internar, interno, interior, entrada, interna, internos, internas
  • εσωτερικώς στα πορτογαλικά - internar, interior, interno, internamente, interna, internos, nível interno
Τυχαίες λέξεις
Εσωτερικό στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: interno, interior, interiores, de interiores, interior do