Invoque στα ελληνικά
Μετάφραση: invoque, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιλαμβάνω, επικαλούμαι, εμπλέκομαι, μπλέκω, εμπλέκω, επικαλούνται, επικαλεστεί, να επικαλεστεί, επικαλεσθεί, επικαλεστούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- invocar στα ελληνικά - μπλέκω, εμπλέκω, περιλαμβάνω, επικαλούμαι, εμπλέκομαι, επικαλούνται, επικαλεστεί, ...
- involuntário στα ελληνικά - ένωση, σωματειακός, ακούσιος, ακούσια, ακούσιες, ακούσιας, ακουσίων
- invólucro στα ελληνικά - φάκελος, θήκη, περίβλημα, περιβλήματος, θήκης, κέλυφος
- inábil στα ελληνικά - αδέξιος, ατζαμής, δύσκολη, αμήχανη, αδέξιο, αδέξια
Τυχαίες λέξεις
Invoque στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιλαμβάνω, επικαλούμαι, εμπλέκομαι, μπλέκω, εμπλέκω, επικαλούνται, επικαλεστεί, να επικαλεστεί, επικαλεσθεί, επικαλεστούν
Μεταφράσεις: περιλαμβάνω, επικαλούμαι, εμπλέκομαι, μπλέκω, εμπλέκω, επικαλούνται, επικαλεστεί, να επικαλεστεί, επικαλεσθεί, επικαλεστούν