Εμπλέκομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εμπλέκομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
reclamar, invocar, invoque, precisar, postular, envolver, rosnado, rosnar, grunhido, snarl, emaranhado
Εμπλέκομαι στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπλέκομαι

εμπλέκομαι μετάφραση, εμπλέκομαι κλιση, εμπλέκομαι συνώνυμα, εμπλέκομαι αοριστος, εμπλέκομαι στα αγγλικα, εμπλέκομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εμπλέκομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εμπιστεύομαι στα πορτογαλικά - tronco, fé, baú, confiar, cartel, confiança, a confiança, ...
  • εμπιστοσύνη στα πορτογαλικά - tronco, confiar, baú, fé, cartel, confiança, a confiança, ...
  • εμπλέκω στα πορτογαλικά - implementar, postular, reclamar, precisar, invocar, envolver, implique, ...
  • εμπλουτίζω στα πορτογαλικά - extasiar, enriquecer, enriquecer a, enriquecem, enriquecimento, enriquecer o
Τυχαίες λέξεις
Εμπλέκομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: reclamar, invocar, invoque, precisar, postular, envolver, rosnado, rosnar, grunhido, snarl, emaranhado