Morar στα ελληνικά
Μετάφραση: morar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζωηρός, άνθρωπος, διαμένω, κατοικώ, ζωντανός, άνθρωποι, κόσμος, μένω, ζω, ζουν, ζήσουν, ζήσει, ζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- moral στα ελληνικά - ηθικός, ηθική, επιμύθιο, ηθικό δίδαγμα, ηθικό, ηθικής
- morango στα ελληνικά - φράουλα, φράουλας, φράουλες, φραουλών, χαμαικέρασου
- morcego στα ελληνικά - νυχτερίδα, ρόπαλο, ΒΔΤ, ρόπαλο του, νυχτερίδας
- mordaça στα ελληνικά - αστείο, απολαβή, φιμώνω, φίμωτρο, καλαμπούρι, gag, φίμωμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Morar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζωηρός, άνθρωπος, διαμένω, κατοικώ, ζωντανός, άνθρωποι, κόσμος, μένω, ζω, ζουν, ζήσουν, ζήσει, ζει
Μεταφράσεις: ζωηρός, άνθρωπος, διαμένω, κατοικώ, ζωντανός, άνθρωποι, κόσμος, μένω, ζω, ζουν, ζήσουν, ζήσει, ζει