Ordenhar στα ελληνικά
Μετάφραση: ordenhar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλέθω, εργοστάσιο, γάλα, αρμέγω, μύλος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ordenado στα ελληνικά - αποδοχές, πληρώνω, απολαβές, πληρωμή, μισθός, ομαλή, εύρυθμη, ...
- ordenar στα ελληνικά - αφηγούμαι, εντολή, προσταγή, διατάζω, παραγγελία, λέω, παραγγέλλω, ...
- ordinariamente στα ελληνικά - όργανο, συνήθως, κανονικά, συνήθη, τη συνήθη, συνήθους
- ordinário στα ελληνικά - ανεπίσημος, κοινός, συνήθης, ξέγνοιαστος, συνηθισμένος, συνήθη, συνήθεις, ...
Τυχαίες λέξεις
Ordenhar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλέθω, εργοστάσιο, γάλα, αρμέγω, μύλος
Μεταφράσεις: αλέθω, εργοστάσιο, γάλα, αρμέγω, μύλος