Perímetro στα ελληνικά

Μετάφραση: perímetro, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίοδος, διάστημα, περίμετρος, περίμετρο, περιμέτρου, περιμετρικά, περιμετρικό
Perímetro στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • perversão στα ελληνικά - ανηθικότητα, κακία, διαστροφή, διαστροφής, διαστρέβλωση, τη διαστροφή, ανωμαλία
  • perverter στα ελληνικά - διαστρεβλώ, διαστρέφω, pervert, διαστροφή, διεστραμμένος
  • período στα ελληνικά - ξόρκι, διάστημα, ξοδεύω, ορθογραφώ, συλλαβίζω, περίοδος, διάρκεια, ...
  • pesado στα ελληνικά - βαρύς, κρεμμύδι, επαχθής, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ
Τυχαίες λέξεις
Perímetro στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίοδος, διάστημα, περίμετρος, περίμετρο, περιμέτρου, περιμετρικά, περιμετρικό