Ponte στα ελληνικά

Μετάφραση: ponte, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γέφυρα, σπιθαμή, γεφυρώνω, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
Ponte στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ponta στα ελληνικά - θήκη, πουρμπουάρ, ρεγάλο, στέμμα, κορυφή, οικόσημο, κορυφώνω, ...
  • pontapé στα ελληνικά - κλοτσώ, παιδί, κατσικάκι, πιτσιρίκος, λάκτισμα, κλωτσιά, χαμένη ευκαιρία, ...
  • pontes στα ελληνικά - γεφυρώνω, γέφυρα, σπιθαμή, γέφυρες, γεφυρών, γεφύρια, τις γέφυρες, ...
  • pontiagudo στα ελληνικά - έντονος, οξυδερκής, οξύς, εντατικός, αιχμηρός, αιχμηρό, μυτερό, ...
Τυχαίες λέξεις
Ponte στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γέφυρα, σπιθαμή, γεφυρώνω, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας