Λέξη: ομιχλώδης

Σχετικές λέξεις: ομιχλώδης

ομιχλώδησ συνώνυμα, ομιχλώδης οραση

Συνώνυμα: ομιχλώδης

αμυδρός, ασαφής, θολός, νεφελώδης

Μεταφράσεις: ομιχλώδης

ομιχλώδης στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
misty, foggy, hazy, nebulous, a foggy

ομιχλώδης στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vaporoso, neblinoso, brumoso, nublado, nebuloso, niebla, de niebla, brumosa, con niebla

ομιχλώδης στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verschwommen, diffus, nebelig, neblig, unscharf, nebelhaft, nebligen, Nebel, nebeligen

ομιχλώδης στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vaporeux, nébuleux, perplexe, brumeux, abstrus, vague, trouble, brouillard, brumeuse, de brouillard, du brouillard

ομιχλώδης στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nebbioso, nebbiosa, nebbia, di nebbia, foggy

ομιχλώδης στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nebuloso, nevoento, nevoenta, foggy, nevoeiro

ομιχλώδης στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nevelig, mistig, heiig, vaag, dampig, mistige, foggy, mist

ομιχλώδης στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
темный, затуманенный, лягушачий, туманный, потный, неясный, смутный, туманно, туманное, туманная, туманным

ομιχλώδης στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tåket, foggy, tåkete, uklar, tåke

ομιχλώδης στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dunkel, dimmigt, dimmig, dimmiga, dimma, foggy

ομιχλώδης στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sumuinen, epämääräinen, autereinen, samea, epäselvä, usvainen, utuinen, hämärä, sumuista, sumuisena, foggy, sumussa

ομιχλώδης στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tåget, foggy, tågede, tåge

ομιχλώδης στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nejasný, mlhavý, zmatený, neurčitý, mlžný, mlhavo, mlha, mlhavé, mlhy

ομιχλώδης στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
niepewny, mglisty, foggy, mgliste, mgły, zamglony

ομιχλώδης στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ködös, foggy, köd, a ködös

ομιχλώδης στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
belirsiz, sisli, bulanık, foggy, sisli bir, puslu

ομιχλώδης στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мрячний, туманний, розбудовувати, розстроювати, туманне, туманна, туманного

ομιχλώδης στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i errët, errët, mjegull, mjegullt, e mjegullt

ομιχλώδης στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мъгливо, мъглива, мъглив, мъгливия, мъгливата

ομιχλώδης στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хваля, туманны, імглісты, туманный, туманнае, прымглёны

ομιχλώδης στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sumune, udune, sombune, uduseks, udused, uduse, ähmane

ομιχλώδης στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
maglovit, maglovito, nejasan, mutan, zamagljen, maglovita, magla, mutno

ομιχλώδης στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þoka, óskýr, þokukennd, þokukenndur, þokukenndur og

ομιχλώδης στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ūkanotas, rūškanas, miglotas, Foggy, rūkas

ομιχλώδης στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
miglains, miglainas, miglaina, miglainu, migla

ομιχλώδης στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
магливо, магла, магловито, магливи, магливиот

ομιχλώδης στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ceţos, cețos, ceață, cețoasă, ceata, cetoasa

ομιχλώδης στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
meglen, megleno, foggy, meglena, meglene

ομιχλώδης στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
mihavý, zadlžený, hmlistý
Τυχαίες λέξεις