Propulsor στα ελληνικά
Μετάφραση: propulsor, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδηγώ, προωθητικό, προωθητικού, προωστικό, προωθητικών, καύσιμο κίνησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- propriedade στα ελληνικά - εκτίμηση, υπόληψη, εξευμενίζω, ακίνητο, σπίτι, κτήμα, περιουσία, ...
- proprietário στα ελληνικά - κτήτορας, ιδιοκτησία, ιδιοκτήτης, κάτοχος, ιδιοκτήτη, κατόχου, κάτοχο
- propício στα ελληνικά - επίκαιρος, πλεονεκτικός, βολικός, ευνοϊκός, ευμενής, ευνοϊκό, ευνοϊκές, ...
- prorrogar στα ελληνικά - επεκτείνουν, εκτείνονται, επεκτείνει, παρατείνει, επεκταθεί
Τυχαίες λέξεις
Propulsor στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδηγώ, προωθητικό, προωθητικού, προωστικό, προωθητικών, καύσιμο κίνησης
Μεταφράσεις: οδηγώ, προωθητικό, προωθητικού, προωστικό, προωθητικών, καύσιμο κίνησης