Reconciliar στα ελληνικά
Μετάφραση: reconciliar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμφιλιώνω, συμβιβάζω, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- recompensa στα ελληνικά - συμψηφισμός, μισθός, ανταμοιβή, αποζημίωση, αμοιβή, ανταμοιβής, επιβράβευση, ...
- recompensar στα ελληνικά - ανταμοιβή, αμοιβή, ανταμοιβής, επιβράβευση, τρίτων
- reconduzir στα ελληνικά - φύλλο, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν
- reconfortar στα ελληνικά - παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
Τυχαίες λέξεις
Reconciliar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμφιλιώνω, συμβιβάζω, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
Μεταφράσεις: συμφιλιώνω, συμβιβάζω, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί