Refém στα ελληνικά
Μετάφραση: refém, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όμηρος, όμηρο, όμηροι, ομήρους, ομηρία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- refugiados στα ελληνικά - πρόσφυγας, πρόσφυγες, προσφύγων, των προσφύγων, τους πρόσφυγες, οι πρόσφυγες
- refutar στα ελληνικά - θεωρώ, αναιρώ, αντικρούω, αντικρούσει, διαψεύδουν, διαψεύσει, αντίκρουση, ...
- refúgio στα ελληνικά - προστατεύω, καταφύγιο, ασυλία, καταφεύγω, άσυλο, καταφυγίου, καταφύγει, ...
- refúgios στα ελληνικά - καταφύγιο, ασυλία, άσυλο, καταφύγια, πρόσφυγες, καταφυγίων, προσφύγων, ...
Τυχαίες λέξεις
Refém στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όμηρος, όμηρο, όμηροι, ομήρους, ομηρία
Μεταφράσεις: όμηρος, όμηρο, όμηροι, ομήρους, ομηρία