Restringir στα ελληνικά
Μετάφραση: restringir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιστέλλω, περιορίζω, περιορίζουν, περιορίσει, να περιορίσει, να περιορίζουν, να περιορίσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- restituir στα ελληνικά - αποκαθιστώ, ανακτώ, αναστηλώνω, αποπληρώσει, εξοφλήσει, επιστρέψει, αποπληρωμή, ...
- restos στα ελληνικά - απομεινάρια, λείψανα, ερείπια, υπολείμματα, παραμένει
- restrinja στα ελληνικά - περιορίζω, περιορίζουν, περιορίσει, να περιορίσει, να περιορίζουν, να περιορίσουν
- restrito στα ελληνικά - έκβαση, επίπτωση, αποτέλεσμα, περιορισμένος, περιορισμένο, περιορισμένη, περιορισμένες, ...
Τυχαίες λέξεις
Restringir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιστέλλω, περιορίζω, περιορίζουν, περιορίσει, να περιορίσει, να περιορίζουν, να περιορίσουν
Μεταφράσεις: περιστέλλω, περιορίζω, περιορίζουν, περιορίσει, να περιορίσει, να περιορίζουν, να περιορίσουν