Rude στα ελληνικά

Μετάφραση: rude, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακατέργαστος, χονδροειδής, αγροίκος, αγενής, ωμός, σκληρός, τραχύς, πρόχειρος, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια
Rude στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rubricar στα ελληνικά - αρχικά, αρχικός, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικές
  • rubro στα ελληνικά - κόκκινος, κατακόκκινος, άλικος, κεράσι, ρουμπίνι, κόκκινο, κόκκινη, ...
  • rudeza στα ελληνικά - αγένεια, την αγένεια, αγένειας, αγένειά, την αγένειά
  • rudimento στα ελληνικά - συστατικός, παράγοντας, στοιχείο, εξάρτημα, συντελεστής, rudiment
Τυχαίες λέξεις
Rude στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακατέργαστος, χονδροειδής, αγροίκος, αγενής, ωμός, σκληρός, τραχύς, πρόχειρος, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια