Sóbrio στα ελληνικά
Μετάφραση: sóbrio, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φειδωλός, εγκρατής, νηφάλιος, ξεμέθυστος, λιτός, νηφάλια, νηφάλιο, νηφάλιοι, διακριτικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- sítio στα ελληνικά - μέρος, σπυρί, τοποθεσία, τόπος, βούλα, τοποθετώ, εντοπίζω, ...
- só στα ελληνικά - δικαιοσύνη, δίκαιος, μοναχός, εκδρομή, αποκλειστικά, μοναχικός, μεγάλος, ...
- sócio στα ελληνικά - μέλος, στέλεχος, εταίρος, εταίρο, συνεργάτη, εταίρου, συνεργάτης
- sófia στα ελληνικά - μαλακός, Σοφία, Σόφια, sofia, Σόφιας, της Σόφιας
Τυχαίες λέξεις
Sóbrio στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φειδωλός, εγκρατής, νηφάλιος, ξεμέθυστος, λιτός, νηφάλια, νηφάλιο, νηφάλιοι, διακριτικό
Μεταφράσεις: φειδωλός, εγκρατής, νηφάλιος, ξεμέθυστος, λιτός, νηφάλια, νηφάλιο, νηφάλιοι, διακριτικό