Νηφάλιος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: νηφάλιος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sóbrio, parco, comedido, sóbria, sóbrios, sober, sóbrias
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νηφάλιος
νηφάλιος ετυμολογία, νηφάλιος τι σημαινει, νηφάλιος λεξικό, νηφάλιος ορισμός, νηφάλιος σημασια, νηφάλιος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, νηφάλιος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- νησί στα πορτογαλικά - ilha, console, zangar, ilhas, ilha de, island
- νησιώτης στα πορτογαλικά - ilhéu, insular, Islander, Insulano, Insulano do
- νιαουρίζω στα πορτογαλικά - miau, meow, de meow, miar, meow meow
- νικημένος στα πορτογαλικά - derrotado, derrotados, derrotadas, derrotada, derrotou
Τυχαίες λέξεις
Νηφάλιος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sóbrio, parco, comedido, sóbria, sóbrios, sober, sóbrias
Μεταφράσεις: sóbrio, parco, comedido, sóbria, sóbrios, sober, sóbrias