Suplicar στα ελληνικά
Μετάφραση: suplicar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράκληση, παρακαλώ, χρειάζομαι, ζητώ, απαιτώ, εκλιπαρώ, παρακαλώ δε, ικετεύω, εξορκίζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- suplemento στα ελληνικά - συμπλήρωμα, συμπληρώματος, συμπλήρωμα για τον, συμπληρώνουν, το συμπλήρωμα
- suplente στα ελληνικά - εναλλάσσω, αντικατάσταση, αντικαταστάτης, αναπληρωτής, υποκατάστατο, υποκατάστατα, υποκατάστατου, ...
- supliciar στα ελληνικά - για, σε, να, με, για να
- suplício στα ελληνικά - βασανισμός, βασανίζω, βασανιστήριο, μαρτύριο, βασανιστηρίων, βασανιστήρια, τα βασανιστήρια
Τυχαίες λέξεις
Suplicar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράκληση, παρακαλώ, χρειάζομαι, ζητώ, απαιτώ, εκλιπαρώ, παρακαλώ δε, ικετεύω, εξορκίζω
Μεταφράσεις: παράκληση, παρακαλώ, χρειάζομαι, ζητώ, απαιτώ, εκλιπαρώ, παρακαλώ δε, ικετεύω, εξορκίζω