Suspirar στα ελληνικά
Μετάφραση: suspirar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναστενάζω, αναστεναγμός, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό, ανάσα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- suspensão στα ελληνικά - σταματώ, διάλλειμα, ανάπαυλα, ανακοπή, διακόπτω, διάλειμμα, διακοπή, ...
- suspensórios στα ελληνικά - υποψία, υπόνοια, τιράντες, σιδεράκια, στηρίγματα, άγκιστρα, αγκύλες
- suspiro στα ελληνικά - αναπνοή, ανάσα, αναστεναγμός, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό
- sussurrar στα ελληνικά - σφυρίχτρα, ψιθυρισμός, σφύριγμα, σφυρίζω, ψιθυρίζω, ψίθυρος, ψίθυρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Suspirar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναστενάζω, αναστεναγμός, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό, ανάσα
Μεταφράσεις: αναστενάζω, αναστεναγμός, στεναγμός, αναστεναγμό, στεναγμό, ανάσα