Termo στα ελληνικά

Μετάφραση: termo, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διορία, τρίμηνο, όρος, όρο, όρου, διάρκεια, διάρκειας
Termo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • termine στα ελληνικά - ορολογία, τέλος, άκρο, τέλη, σκοπό, λήξη
  • terminologia στα ελληνικά - ορολογία, τερμίτης, γλώσσα, ορολογίας, την ορολογία, ορολογία που, της ορολογίας
  • termos στα ελληνικά - έδαφος, όροι, όρους, αφορά, άποψη, όρων
  • termómetro στα ελληνικά - θερμόμετρο, θερμομέτρου, το θερμόμετρο, θερμόμετρου
Τυχαίες λέξεις
Termo στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διορία, τρίμηνο, όρος, όρο, όρου, διάρκεια, διάρκειας