Tristemente στα ελληνικά
Μετάφραση: tristemente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυπημένα, λυπηρά, θλιβερά, θλιμμένα
Μεταφράσεις
- tripulação στα ελληνικά - πλήρωμα, πληρώματος, του πληρώματος, το πλήρωμα, πληρωμάτων
- triste στα ελληνικά - λυπημένος, θλιβερή, λυπηρό, θλιβερό, λυπημένο
- tristeza στα ελληνικά - λύπη, θλίψη, θλίψης, τη θλίψη, λύπης
- triturar στα ελληνικά - θριαμβεύω, θρίαμβος, αλέθω, άλεσμα, άλεσης, τρόχισμα, grind
Τυχαίες λέξεις
Tristemente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυπημένα, λυπηρά, θλιβερά, θλιμμένα
Μεταφράσεις: λυπημένα, λυπηρά, θλιβερά, θλιμμένα