Vocabulário στα ελληνικά
Μετάφραση: vocabulário, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεξικό, λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- voado στα ελληνικά - λιχνίζω, φτερωτός, πετάξει, πτήσης, εκτελεστεί, πτήση, πέταξε
- voar στα ελληνικά - λυγμός, μύγα, πετώ, στόλος, ξεσπώ, νηοπομπή, ξέσπασμα, ...
- vocalizar στα ελληνικά - προφέρω, φωνοποιώ, φωνοποιεί, φωνοποιήσουν, φωνοποιούν
- vociferar στα ελληνικά - κενό, μεγαλαυχώ, μανία, πολυβοϊα, δεχτήκαμε επιθέσεις, την πολυβοϊα
Τυχαίες λέξεις
Vocabulário στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεξικό, λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό
Μεταφράσεις: λεξικό, λεξιλόγιο, λεξιλογίου, το λεξιλόγιο, ασκήσεις, λεξιλόγιό