Demon στα ελληνικά
Μετάφραση: demon, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελώνιο, δαίμονας, διάβολος
Μεταφράσεις
- demografie στα ελληνικά - δημογραφία, τη δημογραφία, δημογραφίας, δημογραφία των, τη δημογραφία των
- demola στα ελληνικά - κατεδαφίσει, κατεδάφιση, κατεδαφίσουν, γκρεμίσει, την κατεδάφιση
- demonstra στα ελληνικά - αποδεικνύω, αποδεικνύουν, καταδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, να αποδείξει
- demonstraţie στα ελληνικά - διαδήλωση, επίδειξη, επίδειξης, απόδειξη, την επίδειξη
Τυχαίες λέξεις
Demon στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελώνιο, δαίμονας, διάβολος
Μεταφράσεις: τελώνιο, δαίμονας, διάβολος