Elicopter στα ελληνικά
Μετάφραση: elicopter, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελικόπτερο, πέλεκας, ελικοπτέρου, ελικοπτέρων, ελικόπτερα, του ελικοπτέρου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eliberare στα ελληνικά - δημοσιεύω, χειραφέτηση, κυκλοφορώ, εκκρίνω, ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, ...
- elice στα ελληνικά - έλικας, προπέλα, έλικα, προπέλας, της έλικας
- elită στα ελληνικά - ελίτ, αφρόκρεμα, εκλεκτοί, elite, ελίτ των
- elixir στα ελληνικά - ελιξήριο, Elixir, ελιξίριο, ελιξιρίου, ελιξηρίου
Τυχαίες λέξεις
Elicopter στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελικόπτερο, πέλεκας, ελικοπτέρου, ελικοπτέρων, ελικόπτερα, του ελικοπτέρου
Μεταφράσεις: ελικόπτερο, πέλεκας, ελικοπτέρου, ελικοπτέρων, ελικόπτερα, του ελικοπτέρου