Masă στα ελληνικά
Μετάφραση: masă, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωνή, μαζικός, ποσότητα, όγκος, μάζα, γεύμα, μάζας, μαζικής, μαζική, μάζης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- masiv στα ελληνικά - τεράστιος, ουσιαστικός, στερεός, ογκώδης, αξιόλογος, συμπαγής, δυνατός, ...
- masturbare στα ελληνικά - αυνανισμός, αυνανισμό, αυνανισμού, ο αυνανισμός, masturbation
- mat στα ελληνικά - ζευγαρώνω, ταίρι, ύπαρχος, φιλαράκος, χαλάκι, ματ, χαλί, ...
- matematic στα ελληνικά - μαθηματικά, μαθηματικός, μαθηματική, μαθηματικών, μαθηματικές, μαθηματικό
Τυχαίες λέξεις
Masă στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωνή, μαζικός, ποσότητα, όγκος, μάζα, γεύμα, μάζας, μαζικής, μαζική, μάζης
Μεταφράσεις: φωνή, μαζικός, ποσότητα, όγκος, μάζα, γεύμα, μάζας, μαζικής, μαζική, μάζης