Parte στα ελληνικά
Μετάφραση: parte, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρίζω, μερίδιο, μεριά, πλευρά, εξάρτημα, συστατικός, μερίδα, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- parohie στα ελληνικά - ενορία, ενορίας, κοινότητα, ενοριακός, ενοριακή
- parolă στα ελληνικά - λέξη, ομιλία, σύνθημα, προσυπογράφω, κωδικό πρόσβασης, κωδικός πρόσβασης, κωδικό, ...
- partener στα ελληνικά - σύντροφος, ταίρι, φιλαράκος, σύζυγος, ύπαρχος, ζευγαρώνω, εταίρος, ...
- participa στα ελληνικά - συμμετέχω, συμμετέχουν, συμμετάσχουν, συμμετέχει, συμμετάσχει
Τυχαίες λέξεις
Parte στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρίζω, μερίδιο, μεριά, πλευρά, εξάρτημα, συστατικός, μερίδα, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει
Μεταφράσεις: χωρίζω, μερίδιο, μεριά, πλευρά, εξάρτημα, συστατικός, μερίδα, μέρος, τμήμα, πλαίσιο, μέρους, μέρει