Strein στα ελληνικά

Μετάφραση: strein, Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρουμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξένος, εξωτερικός, Strein
Strein στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • strat στα ελληνικά - στρώμα, κρεβάτι, στιβάδα, στρώση, στοιβάδα, στρώματος
  • strategie στα ελληνικά - πρόγραμμα, στρατηγική, στρατηγικής, στρατηγική της, στρατηγικής της, στρατηγική για
  • stres στα ελληνικά - άγχος, ένταση, τονίζω, τόνος, στρες, πίεση, το άγχος, ...
  • strica στα ελληνικά - βλάπτω, ζημιά, βλάβη, ζημία, ζημιές, βλάβης
Τυχαίες λέξεις
Strein στα ελληνικά - Λεξικό: ρουμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξένος, εξωτερικός, Strein