Апельсин στα ελληνικά

Μετάφραση: апельсин, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πορτοκάλι, πορτοκαλί, πορτοκαλιού, πορτοκαλιές, πορτοκαλί χρώμα
Апельсин στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • апелляционный στα ελληνικά - εφετικός, δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού, δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό, δευτεροβάθμιο, του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού
  • апелляция στα ελληνικά - έφεση, τραβώ, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, προσφυγή
  • апельсинный στα ελληνικά - πορτοκάλι, πορτοκαλί, πορτοκαλιού, πορτοκαλιές, πορτοκαλί χρώμα
  • апельсиновый στα ελληνικά - πορτοκάλι, πορτοκαλί, πορτοκαλιού, πορτοκαλιές, πορτοκαλί χρώμα
Τυχαίες λέξεις
Апельсин στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πορτοκάλι, πορτοκαλί, πορτοκαλιού, πορτοκαλιές, πορτοκαλί χρώμα