Баснословный στα ελληνικά
Μετάφραση: баснословный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απίθανος, δραματικός, ακραίος, ασυνήθιστος, υπέροχος, αξιοσημείωτος, απίστευτος, καταπληκτικά, υπέροχα, υπέροχη, μυθική, υπέροχο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- баскетбол στα ελληνικά - μπάσκετ, το μπάσκετ, καλαθοσφαίρισης, καλαθοσφαίριση, του μπάσκετ
- баснописец στα ελληνικά - μυθογράφος, μυθοποιός, fabulist, fabulist για, fabulist για τον
- басня στα ελληνικά - θρύλος, ιστορία, μύθος, μύθο, μύθου, παραμύθι, ο μύθος
- басовый στα ελληνικά - μπάσσο, μπάσο, μπάσων, μπάσα, μπάσου
Τυχαίες λέξεις
Баснословный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απίθανος, δραματικός, ακραίος, ασυνήθιστος, υπέροχος, αξιοσημείωτος, απίστευτος, καταπληκτικά, υπέροχα, υπέροχη, μυθική, υπέροχο
Μεταφράσεις: απίθανος, δραματικός, ακραίος, ασυνήθιστος, υπέροχος, αξιοσημείωτος, απίστευτος, καταπληκτικά, υπέροχα, υπέροχη, μυθική, υπέροχο