Безобразный στα ελληνικά

Μετάφραση: безобразный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραγελαφικός, απεχθής, απαίσιος, άσχημος, βδελυρός, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες
Безобразный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безобразить στα ελληνικά - προσβολή, αίσχος, οργή, κατακραυγή, την οργή
  • безобразник στα ελληνικά - ταραχώδης, χούλιγκαν, παλιάνθρωπος, μπερμπάντης, αληταράς, αγροίκος, βάναυσος, ...
  • безоглядный στα ελληνικά - ριψοκίνδυνος, παράτολμος, απερίσκεπτη, αλόγιστες, απερίσκεπτο
  • безоговорочно στα ελληνικά - άνευ όρων, ανεπιφύλακτα, χωρίς όρους, ανεπιφύλακτη
Τυχαίες λέξεις
Безобразный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραγελαφικός, απεχθής, απαίσιος, άσχημος, βδελυρός, άσχημο, άσχημη, άσχημα, άσχημες