Безраздельно στα ελληνικά

Μετάφραση: безраздельно, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εντελώς, τελείως, πλήρως, απολύτως, πλήρη
Безраздельно στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безработный στα ελληνικά - άνεργος, αργόσχολος, τεμπέλης, αδρανής, ανέργων, άνεργοι, ανέργους, ...
  • безрадостный στα ελληνικά - ανεμοδαρμένος, γυμνός, δυστυχισμένος, κατηφής, άχαρος
  • безраздельность στα ελληνικά - εντελώς, τελείως, πλήρως, απολύτως, πλήρη
  • безраздельный στα ελληνικά - απόλυτος, αδιαίρετος, αδιαίρετη, αμέριστη, την αμέριστη, αδιαίρετης
Τυχαίες λέξεις
Безраздельно στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εντελώς, τελείως, πλήρως, απολύτως, πλήρη