Бойлер στα ελληνικά
Μετάφραση: бойлер, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καυστήρας, καζάνι, λέβητας, λέβητα, του λέβητα, boiler, μπόιλερ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бойкот στα ελληνικά - απεργία, μποϋκοτάρω, χτυπώ, μποϋκοτάζ, μποϊκοτάζ, μποϊκοτάρισμα, αποκλεισμό, ...
- бойкотировать στα ελληνικά - μαύρος, μποϋκοτάρω, μποϋκοτάζ, μποϊκοτάζ, μποϊκοτάρισμα, αποκλεισμό, το μποϊκοτάζ
- бойница στα ελληνικά - σχισμή, παραθυράκι, πολεμίστρα, κενό, κενού, το κενό
- бойня στα ελληνικά - σφαγή, πελεκώ, μακελειό, ολοκαύτωμα, σφαγείο, σφαγείου, σφαγείων, ...
Τυχαίες λέξεις
Бойлер στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καυστήρας, καζάνι, λέβητας, λέβητα, του λέβητα, boiler, μπόιλερ
Μεταφράσεις: καυστήρας, καζάνι, λέβητας, λέβητα, του λέβητα, boiler, μπόιλερ