Бурдюк στα ελληνικά
Μετάφραση: бурдюк, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβιά, δέρμα, γδέρνω, ασκός οίνου, ΑΣΚΟΣ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бургомистр στα ελληνικά - δήμαρχος
- бурда στα ελληνικά - ξεπλένω, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος
- буревестник στα ελληνικά - θαλασσοβάτης, petrel, petrel όσο
- бурелом στα ελληνικά - αναπάντεχη τύχη, απροσδόκητο καλό, απροσδόκητα, καταιγίδες, απροσμενα δωρα
Τυχαίες λέξεις
Бурдюк στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβιά, δέρμα, γδέρνω, ασκός οίνου, ΑΣΚΟΣ
Μεταφράσεις: προβιά, δέρμα, γδέρνω, ασκός οίνου, ΑΣΚΟΣ