Бытие στα ελληνικά
Μετάφραση: бытие, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ύπαρξη, όν, οντότητα, είναι, να, να είναι, που είναι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- быстрый στα ελληνικά - σβέλτος, γρήγορα, φωτίζω, εσπευσμένος, εύστροφος, φωτερός, βιαστικός, ...
- быт στα ελληνικά - βίος, ζωή, ισόβιος, τρόπου, τρόπο, τρόπος, μέσο, ...
- бытность στα ελληνικά - μένω, όταν ήταν, Σε ηλικία, Οταν ήταν, όταν αυτός ήταν
- бытовать στα ελληνικά - συμβαίνω, υπάρχω, επικρατήσει, επικρατήσουν, υπερισχύουν, υπερισχύει, επικρατούν
Τυχαίες λέξεις
Бытие στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ύπαρξη, όν, οντότητα, είναι, να, να είναι, που είναι
Μεταφράσεις: ύπαρξη, όν, οντότητα, είναι, να, να είναι, που είναι