Велоспорт στα ελληνικά

Μετάφραση: велоспорт, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποδηλασία, αγωνιστικά, Racing, αγώνων, αγώνων Ταχύτητας, αγωνιστικό
Велоспорт στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • велосипед στα ελληνικά - μηχάνημα, ποδηλάτης, κύκλος, ρόδα, τροχός, ποδήλατο, ποδηλάτων, ...
  • велосипедист στα ελληνικά - ποδηλάτης, ποδηλάτη, του ποδηλάτη, ποδηλάτες, ποδηλατών
  • вельбот στα ελληνικά - γαλέρα, φαλαινοθηρικό, φαλαινοθηρικού, βοήθεια φαλαινοθηρικού, τη βοήθεια φαλαινοθηρικού
  • вельвет στα ελληνικά - βερμούδα, κοτλέ, κοτλέ από, βελούδα κοτλέ, βελούδα κοτλέ από
Τυχαίες λέξεις
Велоспорт στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποδηλασία, αγωνιστικά, Racing, αγώνων, αγώνων Ταχύτητας, αγωνιστικό